Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Του Αγίου Παντελεήμονος Πολιούχου της Φλώρινας

Ανήμερα του Αγίου Παντελεήμονος στα Ένδεκα Πεύκα, το 1957.
Από τα αριστερά Ελένη Μεκάση, Βασίλης Πρεσκούρκας, Δημήτρης Μεκάσης, Νίκος Σιάκος και Παναγιώτης Σιάκος.


Γράφει ο Δημήτρης Μεκάσης
Ο λόφος που δεσπόζει πάνω από την Φλώρινα, ο λόφος του Αγίου Παντελεήμονα ήταν πάντα ο αγαπημένος τόπος για περιπάτους και εκδρομές. Λόφος αφιερωμένος στο ιατρό Άγιο, καθώς οι ιαματικές πηγές του θεράπευαν τα ερεθισμένα μάτια.
Στις 27 Ιουλίου, οι Φλωρινιώτες χριστιανοί από παλιά τιμούσαν τον Άγιο Παντελεήμονα και λειτουργούσαν στο εκκλησάκι, τότε όταν δεν υπήρχαν
άλλοι ναοί στην Φλώρινα. Γινόταν και πανηγύρι στο βουνό, ένα καλοκαιρινό πανηγύρι, που έδινε πνοή στην μονότονη ζωή των Φλωρινιωτών. Και όταν έγινε το σχίσμα των εκκλησιών, οι πατριαρχικοί και οι εξαρχικοί Φλωρινιώτες, με τις φασαρίες και τους ξυλοδαρμούς, για το αν θα τοποθετηθεί ελληνική ή βουλγάρικη εικόνα του Αγίου Παντελεήμονα, ανάγκασαν τις τουρκικές αρχές να απαγορεύσουν το πανηγύρι.
Πέρασε πολλές φάσεις αυτό το πανηγύρι, όμως τα πράγματα ηρέμησαν και από προπολεμικά ο κόσμος γιόρταζε και γλεντούσε άφοβα, και απολάμβανε τους μεζέδες, τα τσίπουρα και το κρύο νερό κάτω από τον ίσκιο των δένδρων και την δροσιά του βουνού.
Την ημέρα αυτή γιόρταζε και η συντεχνία των αρτοποιών της Φλώρινας. Και δεν ήταν λίγοι οι φούρνοι στην πόλη μας. Ήταν περισσότεροι από πενήντα. Οι αρτοποιοί και οι οικογένειές τους γλεντούσαν στο εξοχικό «Άλσος» που τότε το είχε ο Πίκης  Καλλίνης. Γλέντι λοιπόν στου Πίκη με τοπικές ορχήστρες και πολύ πιοτό. Γλεντούσαν οι αρτοποιοί, καθώς την ημέρα αυτή γιόρταζε ο προστάτης τους, ο ιατρός Άγιος Παντελεήμονας, τότε που το ψωμί γιάτρευε τον κάθε πεινασμένο.
Οι δικές μου αναμνήσεις αρχίζουν από τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Τότε που όλοι έκαμναν μια οικογενειακή εκδρομή στο βουνό την ημέρα του Αγίου Παντελεήμονα. Πολλοί έστρωναν τις κουβέρτες τους στο δασάκι, κάτω από το εκκλησάκι, άλλοι πήγαιναν πιο πάνω και έστρωναν στα Ένδεκα Πεύκα και ακόμη πιο πάνω μέχρι το ξέφωτο, όπου σήμερα το ΦΟΟΦ και έφταναν μέχρι την Αγία Κυριακή. Όσοι είχαν όρεξη για περπάτημα συνέχιζαν το δρομάκι και έφταναν μέχρι το Ίτς Μπουνάρ, για να απολαύσουν το μαγευτικό τοπίο και να γευτούν το δροσερό νερό.
Πολλοί μικροπωλητές με κόπο έσπρωχναν τα καρότσια τους και καταϊδρωμένοι έφταναν μέχρι το εκκλησάκι για να πουλήσουν παγωτά, γλυκά και αναψυκτικά. Όλοι θέλανε ένα παγωτό, καθώς η ζέστη του καλοκαιριού το έκαμνε πιο απολαυστικό. Αλλά και ένα παγωμένο αναψυκτικό, μέσα από τον κουβά με τα παγάκια τούς δρόσιζε, επειδή οι βρύσες είχαν ιαματικά νερά, που δεν ήταν και τόσο εύγευστα. Γευστικό και παγωμένο νερό είχε η βρύση του Ίτς Μπουνάρ, αλλά ήταν πολύ μακριά από το εκκλησάκι.  
Όλοι οι Φλωρινιώτες ήταν στο βουνό, και κάθονταν στις στρωμένες κουβέρτες, κάτω από κάποιο δένδρο για να έχουν σκιά. Τα δένδρα τότε ήταν μικρά καθώς μια δεκαετία πριν είχε αρχίσει η δενδροφύτευση. Και όμως το βουνό είχε δροσερό αέρα που έδινε καλή διάθεση για συζητήσεις στις οικογενειακές παρέες. Έφερναν από τα σπίτια τους μεζέδες, σαλάτες, τσίπουρα και φαγητό. Κανείς δεν έψηνε στο βουνό. Ένας ταβάς με φαγητό ήταν το γεύμα και μετά το καρπούζι, που το άφηναν αρκετές ώρες στις γούρνες για να κρυώσει. Έξυναν την φλούδα και έγραφαν τα αρχικά του ονόματός τους για να μην μπερδέψουν τα καρπούζια που δροσίζονταν στο νερό.
Για τα παιδιά ήταν ημέρα παιχνιδιού στην εξοχή. Τα κορίτσια έκαμναν κούνιες με μια τριχιά, που την έδεναν σε κάποιο χοντρό κλαδί. Τα αγόρια έκοβαν κλαδιά και έκαμναν σπαθιά και ακόντια. Ακόμη και αντίσκηνα έκαμναν με μια παλιά κουβέρτα, για να γλυτώσουν από τις ζεστές ακτίνες του ηλίου. Οι μπάλες δεν συνηθίζονταν, καθώς το βουνό δεν πρόσφερε κατάλληλο χώρο.
Το απόγευμα όλοι μάζευαν τις κουβέρτες τους, έβαζαν τα σκεύη στους τορβάδες και αποχαιρετούσαν το βουνό. Κατέβαιναν αργά από τα μονοπάτια. Τότε όλοι περπατούσαν, επειδή κανείς δεν είχε αυτοκίνητο.
Το 1967–68 ήρθε το τέλος της εκδρομής στο βουνό, που με αυτόν τον τρόπο τιμούσαν οι Φλωρινιώτες τον Άγιο Παντελεήμονα. Πολιούχος της Φλώρινας είναι ο Άγιος Παντελεήμων. Την  ημέρα όμως της γιορτής του στον ναό υπήρχαν μόνο οι ιερείς, οι ψάλτες και ελάχιστοι πιστοί. Όλοι οι Φλωρινιώτες ήταν στο βουνό. Το 1967, Μητροπολίτης Φλωρίνης έγινε ο Αυγουστίνος Καντιώτης. Ο Μητροπολίτης βλέποντας τον ναό άδειο την ημέρα του Πολιούχου έδωσε εντολή να μην πηγαίνουν στο βουνό, αλλά να έρχονται στην εκκλησία. Οι Φλωρινιώτες τότε ήταν θεοσεβούμενοι και πιστοί και υπάκουσαν στις εντολές του Μητροπολίτη. Ο εσπερινός στο εκκλησάκι γινόταν και συνεχίζεται να γίνεται την παραμονή, με την συμμετοχή πολλών πιστών. Όμως από τα χρόνια του Μητροπολίτη Αυγουστίνου συγκεντρώνεται μεγάλο πλήθος πιστών στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό του Αγίου Παντελεήμονος, και την παραμονή και ανήμερα. Ο λόφος όμως του Αγίου Παντελεήμονα είναι άδειος. Μόνο λίγοι φυσιολάτρες, κατά το έθιμο, γευματίζουν στις πλαγιές του.
Οι θρησκευτικές τελετές στον λόφο, εξ αιτίας των ιαματικών πηγών, πιθανότατα υπήρχαν από την αρχαιότητα. Διατηρήθηκαν στην συνέχεια και από τον Χριστιανισμό. Οι λατρευτικές εκδηλώσεις στον λόφο του Αγίου Παντελεήμονα πέρασαν από πολλές φάσεις και τελικά περιορίστηκαν στους χώρους λατρείας, στους ναούς.
Δημήτρης Μεκάσης




3 σχόλια:

  1. Χρόνια πολλά Δημήτρη σήμερα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Οι δικές μου αναμνήσεις αρχίζουν λίγο μετά από τις δικές σου, Στα μέσα της δεκαετίας του 60. Εκείνη την εποχή ασφαλτοστρώθηκε ο δρόμος μέχρι το "άλσος". Στη θέση του Φ.Ο.Ο.Φ. υπήρχε ένα πλάτωμα με έναν βράχο και δύο παγκάκια. Ωστόσο, όλοι προτιμούσαν να ανεβούν στο βουνό με τα πόδια, από τα διάφορα μονοπάτια, κάποια από τα οποία σήμερα έχουν καλυφθεί από τη βλάστηση. Πολλοί έστρωναν τις κουβέρτες τους στο μικρό πλάτωμα πάνω από το εκκλησάκι, εκεί όπου σήμερα υπάρχει τσιμέντο και ένα μικρό οίκημα, που δεν ξέρω σε ποιόν ανήκει και γιατί κατασκευάσθηκε. Το εκκλησάκι δε φαίνεται παρά μόνο αν πάει κάποιος ακριβώς μπροστά του. Καλύφθηκε από έναν σύγχρονο ναό, που δε γνωρίζω ούτε καταλαβαίνω ποια σκοπιμότητα επέβαλε την ανέγερσή του. Το μικρό λιβάδι με την ονομασία "έντεκα πεύκα" δεν υπάρχει σήμερα. Το κάλυψε απόλυτα η βλάστηση. Περίπου πενήντα μέτρα πιο πέρα υπήρχε η "βρύση των κυνηγών". Στο τέλος του φιδωτού μονοπατιού που ξεκινούσε από τα καταφύγια. Δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμη. Θυμάμαι τους μικροπωλητές, ακόμη και από τα είδη που πωλούσαν, ποια ήταν πρώτα στις προτιμήσεις των παιδιών: Το "κασάτο" παγωτό, το γλειφιτζούρι "κοκοράκι", το μήλο βουτηγμένο σε καραμέλα όπως το κοκοράκι και η γκαζόζα με τη μπίλια στο μπουκάλι. Θυμάμαι που σπάναμε το στόμιο του μπουκαλιού, για να πάρουμε την μπίλια "γκαζόζα". Με μεγαλύτερη νοσταλγία θυμάμαι την ομορφιά του τοπίου. Σήμερα τίποτε δε θυμίζει εκείνη την εικόνα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή